Γράφει η Παπαποστόλου Κατερίνα, Εκπαιδευτικός με Εξειδίκευση στην Ειδική Αγωγή, Εκπαιδεύτρια Σκύλων, Ζωοθεραπεύτρια, Συγγραφέας και Ιδρύτρια Ζω.Ε.Σ.

«…..Στις 6 Σεπτεμβρίου 2011 στις 9 το πρωί σε μέρος που ποτέ μου δεν είχα ξαναπάει και μετά από 20 μέρες συνεχούς αναζήτησης και πλήρους απογοήτευσης πως σίγουρα έχεις πεθάνει, ως εκ θαύματος επιτέλους σε βρήκα. Στην πιο δύσκολη ψυχολογικά στιγμή της ζωής μου. Τότε που όλα φάνταζαν ανυπέρβλητα εμπόδια, τότε που όλα έδειχναν να μην έχουν ουσία. Μέσα στο πένθος μου, μέσα στη μοναξιά μου, μέσα στον θυμό μου.

Σε βρήκα όχι όμως αγέρωχη έτσι όπως σε γνώρισα, πριν λίγους μήνες που εμφανίστηκες μπροστά μου τόσο ξαφνικά και πριν χτυπηθείς από αυτοκίνητο και σε χάσω. Μα τόσο αδύναμη και ανήμπορη. Διαλυμένη και ετοιμοθάνατη. Μέσα σε μια λίμνη αίματος να αιμορραγείς και να μη μπορείς να κουνήσεις τα πόδια σου. Στην είσοδο μιας πολυκατοικίας ώρες μάλλον αβοήθητη χωρίς λίγο νερό. Να βιώνεις την κατάντια αυτού του κόσμου από την αδιαφορία του. Τρέμω ολόκληρη ακόμη και σήμερα στη σκέψη για το πόσες ώρες ήσουν αβοήθητη εκεί, δεν μπορώ να συγκρατήσω τους λυγμούς μου στη σκέψη για τις σκέψεις που έκανες, ίδιες με όλες εκείνες που κάνουν όλες οι Διώνες του κόσμου. Όλες εκείνες που ενώ έχουν τόση ζωή μπροστά τους φτάνουν να εκλιπαρούν για τον θάνατό τους, για να πάψουν να πονάνε. Με τόσους ανθρώπους γύρω σου και μάλιστα εκπαιδευτικούς χωρίς καν να σε κοιτούν. Να πάρουν αυτοί όλοι τα παιδιά από το χέρι να τους μάθουν να επιβιώνουν σε έναν κόσμο με όπλο την αγάπη; Πώς; Αδιαφορώντας στο αυτονόητο; Να τα βοηθήσεις όλα σίγουρα δεν μπορείς, αλλά μην προσπερνάς μια τέτοια καταδίκη, έναν θάνατο που εκτυλίσσεται ακριβώς μπροστά στα πόδια σου.

Πόσο σκληρός μπορεί να γίνει ο κόσμος μάτια μου; Κλείνει τα μάτια και συνεχίζει, ενώ γύρω του υπάρχει τόση θλίψη. Σε δίποδα και τετράποδα. Δεν έχει ταυτότητα η αγάπη. Όπου μπορείς να βοηθάς. Αυτό υποσχέθηκα στον εαυτό μου εδώ και πολλά χρόνια να μαθαίνω στα παιδιά μέσα και έξω από τα σχολεία. Εκείνη τη μέρα που σε αντίκρισα έτσι, ανάμεσα στη φυγή και στην ευθύνη επέλεξα καταρχήν το χάδι. Δεν σε γνώρισα. Δεν ξεχώριζα καν το χρυσαφένιο χρώμα σου έτσι όπως ήσουν γεμάτη αίματα. Σου έδωσα νερό, φαγητό, με κοίταξες τότε στα μάτια με αυτό το διαπεραστικό βλέμμα σου και τότε κατάλαβα. Γονάτισα, σε αγκάλιασα, σου ψιθύρισα στο αυτί να μη φοβάσαι και έτσι γεμάτη αίματα και εγώ έτρεξα να φέρω να φέρω βοήθεια με δάκρυα ίσως και λίγης χαράς πως σε ξαναβρήκα! Πως έστω και έτσι είσαι ακόμη ζωντανή.

Και ταυτόχρονα με λυγμούς απελπισίας πως είναι βέβαιος ο θάνατός σου. Αλλά όχι δεν θα σε άφηνα να ξεψυχήσεις έτσι μόνη και αβοήθητη στον δρόμο. Γύρισα λίγο πιο μετά και είχες ήδη φύγει. Πόσες ώρες αναζήτησης με τη δεύτερη μαμά σου. Και πού δεν σε αναζητήσαμε! Και κυρίως σε όλους τους κάδους σκουπιδιών…

Και κάποια στιγμή τα χαράματα αποκαμωμένη από τα κλάματα, κοίταξα ψηλά στον ουρανό, ήμουν σίγουρη πως ήσουν κάπου εκεί μέσα σε ένα σύννεφο χαρούμενη πια, σε αποχαιρέτησα και αποκοιμήθηκα. Ενώ εσύ ήρθες την επόμενη μέρα να με βρεις. Περπάτησες ετοιμοθάνατη τόσο δρόμο για να με βρεις. Το τι διαδικαστικό ακολούθησε, περιττές λεπτομέρειες που δεν έχουν σημασία.

Το μόνο που θυμάμαι είναι η δυνατή μουσική την ώρα που σε μετέφερα αιμόφυρτη στον κτηνίατρο και η κραυγή μου του «ΖΗΣΕ ΕΣΥ ΚΑΙ ΘΑ ΣΕ ΚΑΝΩ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ. ΝΑ ΓΥΡΙΣΟΥΜΕ ΜΑΖΙ ΟΛΟΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΝΑ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ»

Και τότε σε ονόμασα Διώνη. Μη με ρωτάς γιατί σε βάφτισα Διώνη. Θεϊκή. Σε κείνον τον Θεό που μου πήρε τόσο ξαφνικά τη μαμά μου και μου χάρισε ελάχιστους μήνες μετά για πρώτη φορά μια τετράποδη κόρη. Μαζί σου εκείνη τη μέρα έμαθα και κάθε μέρα μαθαίνω. Για τη ζωή που είναι μικρή και απρόβλεπτη. Πόσα μου διδάσκεις σε έναν αγώνα με άνισα θηρία. Με δράκους και με δαίμονες. Τους νίκησες. Αγάπη μου τους νίκησες! Με αυτό το βλοσυρό σου βλέμμα που κάθε στιγμή φωνάζει: «Μη λυγάς μάνα! Προχώρα κόντρα σε όλα τα εμπόδια. Η ζωή δεν περιμένει!».

Πόσα ευτυχώς σώζονται κάθε μέρα, πόσες θυσίες όλοι εκείνοι οι δίποδοι ήρωες, πόσες θλιβερές ιστορίες πολύ συχνά με άσχημο τέλος. Ανάμεσα στα εκατομμύρια που αργοπεθαίνουν όμως κάθε μέρα ελάχιστα δυστυχώς σώζονται. Προσπάθησα με κάθε τρόπο για ένα μήνα να βρω μια οικογένεια να σε δώσω. Όχι από ανευθυνότητα γιατί ενώ σε έσωσα δεν ήθελα να σε κρατήσω, αλλά από υπευθυνότητα και έλλειψη αυτοπεποίθησης πως δεν μπορούσα να σου χαρίσω τη δεύτερη ζωή που σου άξιζε. Δεν είχα τον χώρο και τον χρόνο. Και θύμωνα με την υπόσχεση μου να σε κάνω πριγκίπισσα. Ένιωθα τόσο αδύναμη, δεν μπορούσα. Και εσύ έδειχνες τόσο εύθραυστη. Ήθελες μόνιμα μια αγκαλιά. Και εγώ τότε…

Αυτό ακριβώς που σου άξιζε για όλα όσα είχες περάσει. Ένιωθα πως δεν το είχα να στο δώσω. Ανάμεσα στην απόφαση αυτή και στη μόνιμη διαμονή σου σ’ ένα απρόσωπο καταφύγιο ζώων ή σε ένα ακατάλληλο σπίτι επέλεξα να ακολουθήσω την καρδιά, ενώ ο νους μου βροντοφώναζε «μη δένεσαι με έναν ακόμη σκύλο».

Και έτσι ήρθα και σε πήρα από εκείνο το «κολαστήριο» που αναγκάζεται να ζήσει κάθε αδέσποτο για την αποθεραπεία του λίγο πριν την επανένταξή του. «Δεν περπατάει σχεδόν καθόλου», μου είχαν πει. Και εσύ μόλις με είδες έτρεξες σαν αστραπή στην αγκαλιά μου. Και πέσαμε μαζί κάτω και τότε νομίζω για πρώτη φορά πως μου χαμογέλασες!

Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και σε μετέφερα σε έναν παράδεισο που είχα φτιάξει για σένα στην αυλή μου. Και παράλληλα ξεκίνησα το ψάξιμο να σου βρω την καλύτερη οικογένεια! Είχα ήδη έναν γέρικο με πολλές απαιτήσεις σκύλο και πάρα πολλά αδέσποτα να φροντίζω. Μετά από ασταμάτητη αναζήτηση για την ιδανική λύση διαμονής σου, είχε βρεθεί μια οικογένεια προσωρινής φιλοξενίας και έτσι σε μετέφερα εκεί. Σε κατέβασα από το αυτοκίνητο μα παρέμεινες εκεί χωρίς να περπατάς. Στάθηκες απέναντί μου, με κοίταξες στα μάτια, διαπέρασες την ψυχή μου μιλώντας για αγάπη άδολη και μια ζωή γεμάτη εκπλήξεις, για το μεγαλύτερο δώρο και με λύγισες:

«Πάρε με μαζί σου για κείνο το τόσο δα έστω κομμάτι ευτυχίας που σου λείπει. Δεν θέλω να ζήσω μακριά σου. Μου χάρισες πίσω τη ζωή μου και έχω δικαίωμα να επιλέξω με ποιον θέλω να ζήσω και εγώ θέλω μόνο μαζί σου». Και έτσι φύγαμε. Και έτσι ήρθε η απαρχή της συμβίωσης με σένα, μια απόλυτα κακοποιημένη ψυχή. Με ένα βλέμμα τρομοκρατημένο που όμοιό του δεν είχα ξαναδεί. Πόσα είχες περάσει και πώς αλήθεια θα ξεχνιόνταν όλα αυτά; Που δεν ήξερες πώς να μαζέψεις τα σπασμένα κομμάτια σου, πώς να συμπεριφερθείς, που όλα σου ήταν άγνωστα, που φοβόσουν το άγγιγμα και το χάδι, που ήσουν κροτοφοβική, αλλεργική, φιλάσθενη, δεν ήθελες ανθρώπινη παρουσία γύρω σου, αυτοκίνητα, θορύβους. Δεν άντεχες την ίδια τη ζωή σου.

Που τόλμησες και κατάφερες να αλλάξεις για τους ανθρώπους γνώμη. Που ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο, δεν επέλεξες τον θάνατο. Που με κοίταξες και από την πρώτη στιγμή με εμπιστεύτηκες να είμαι εγώ εκείνη που θα σου χαρίσω και πάλι ζωή. Για να με σώσεις και να μου δώσεις μια δεύτερη ευκαιρία. Να μου χαρίσεις ένα μεγάλο δώρο. Εσύ κορίτσι μου, δεν ήρθες στη ζωή μου τυχαία. Ήρθες να μου δείξεις πως ναι, υπάρχουν και πλάσματα με βλέμμα τόσο καθαρό, που χωρίς να μιλούν, χωρίς να ζητούν τίποτα, χαίρονται με το ελάχιστο και χαρίζουν απλόχερα τα πάντα. Που σιωπούν μαζί σου και παράλληλα ακούτε τους ίδιους ήχους. Που μένετε ώρες ατελείωτες στη σιωπή, γιατί τα λόγια της ψυχής δεν χρειάζονται να εκφράζονται με το στόμα. Είναι τόσο γοητευτικό αλήθεια να στέκεσαι κάπου γαλήνιος και ν’ ακούς τη σιωπή μόνος. Να κλείνεις τα μάτια, να ακούς την καρδιά σου να χτυπά δυνατά και να μην μιλάς. Και είναι ακόμη πιο γοητευτικό να έχεις δίπλα σου ένα πλάσμα που ακούει τη σιωπή και εκείνο μαζί σου. Τι είναι άλλωστε ο λόγος που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι; Αιτία παρερμηνείας και παρεξηγήσεων. Να ατενίζεις το παρόν και το μέλλον σου με ένα βλέμμα, με ένα χαμόγελο, με τη λάμψη που από μέσα τους βγάζουν οι άδολες αθώες ψυχές.

Αλήθεια, πόσο όμορφη γίνεσαι αγάπη μου, όταν χαμογελάς! Κάθε Σεπτέμβρη είναι τα γενέθλιά σου και σβήνεις κεράκια απελευθέρωσης από την κόλασή σου. Από τη μάχη με τον δράκο και τους δαίμονές σου. Και ζεις τη δεύτερη ζωή σου.

Έχεις γράψει και έχεις εκδώσει ήδη τρία βιβλία, έχεις συναντήσει πάνω από 300.000 παιδιά, έχεις επισκεφθεί πάνω από 500 σχολεία και είσαι ήδη μια πριγκίπισσα μέσα στο δικό σου παλάτι. Ζεις τη ζωή στο έπακρο και κάθε μέρα αγωνιώ, αν θα καταφέρω να σου χαρίσω πίσω όλα όσα στερήθηκες.

Γιορτάζουμε όλοι μαζί τη μέρα τότε που σε έσφιξα για πρώτη φορά στην αγκαλιά μου και ξαναγεννήθηκες. Μακάρι να ήξερα την πραγματική ημερομηνία που γεννήθηκες. Πού, πώς, γιατί στον δρόμο έτσι βρέθηκες, τι πέρασες; Κορίτσι μου, τι πέρασες! Και κάθε λεπτό θέλω να είμαι σίγουρη πως έχεις ξεχάσει. Και δεν σταματώ να λυγάω στο μεγαλείο της ψυχής σου, μεγαλείο κάθε ακηδεμόνευτου σκύλου. Γιατί συγχώρεσες.

Είμαστε τάχα γραφικοί λένε όλοι εμείς οι φιλόζωοι. Σε εποχές που άνθρωποι πεινούν εμείς φροντίζουμε ζώα. Όλους αυτούς που γελούν με την τάχα ζωοφιλική «γραφικότητα» μου τους απομακρύνω πια. Έμαθα. Τη ζωή που έχουμε χρέος να τη σπαταλάμε μόνο για συγκινήσεις. Να κλαίμε με δάκρυα χαράς. Μόνο. Όπως εγώ τώρα που σου γράφω, ενώ σε βλέπω πόσο ήρεμα πλέον στην αγκαλιά μου κοιμάσαι. Ακούγοντας την καρδιά μου. Πόσα μου έχεις μάθει, πριγκίπισσά μου.

Ήρθες και άλλαξες όλη τη ζωή μας. Μπορεί να μη λιγόστεψες τα καθημερινά προβλήματά μας, αλλά όλοι μαζί παρέα ως δεμένη οικογένεια τα περνάμε πια πιο ανώδυνα. Με ένα απλό χαρούμενο κούνημα της ουράς σου. Με το χαμόγελό σου! Με κείνο το ύφος σου το ατρόμητο, εκείνη την τόσο χαριτωμένη τελειομανία σου. Με κείνη την τόσο λατρευτή σοβαρότητά σου!

Εσύ που πλέον κουβαλάς λέξεις, συναισθήματα, μουσική. Ανάλαφρη περπατάς ανάμεσα σε εμένα και στους άλλους σαν αερικό. Εκπροσωπείς μια ολόκληρη εποχή. Σηματοδοτείς εκείνο το πριν και το μετά από σένα. Δεν γράφεις χνάρι στον αέρα. Δεν ονειροβατείς. Γράφεις για μια ολοκληρωτική αλλαγή. Ακόμη και αν όλοι μάθουν την ιστορία μας, κανείς ποτέ δεν θα μάθει τους περιπάτους μας.

Eίναι πάντα εξάλλου τόσο γοητευτικό ν’ακούς τη σιωπή μόνος. Με τα μάτια κλειστά και την ψυχή ορθάνοιχτη. Ωστόσο είναι μαγικό ν’ακούς τη σιωπή με κάποιον που σωπαίνει εξίσου ωραία…

Υπάρχει η ζωή πριν από τη Διώνη. Η ζωή με τη Διώνη. Και η ζωή μετά τη Διώνη που τρέμω τη μέρα που θα έρθει. Όμως αξίζει όλο τον θησαυρό του κόσμου.

Χρόνια πολλά στο πιο αγέρωχο, στο πιο ανεξάρτητο, στο πιο καλοκάγαθο πλάσμα που φωτίζει τις μέρες και τις νύχτες μας. Σε εκείνο το πλάσμα που μου δίδαξε τι σημαίνει το να είσαι μαμά. Τι σημαίνει το να πέφτεις και να σηκώνεσαι ξανά πιο δυνατός, γιατί ο, τι και αν γίνει η αγάπη πάντα θα είναι εκεί να θεραπεύει και να οδηγά.

Μπορείς να ξεκινήσεις ακόμη και με την τελευταία σου πνοή…»

Κατερίνα Παπαποστόλου

Γεννημένη με έμφυτη την αγάπη για τα ζώα, αυτός ήταν τελικά ο μαγικός κόσμος που ήθελα να ζήσω! Που πάντα τον αποτύπωνα με λέξεις στο χαρτί! Και σε όλες τις καλλιτεχνικές μου αναζητήσεις! Δασκάλα στα Χανιά, στην Αστυπάλαια και τα τελευταία δέκα χρόνια σε ένα χωριό του νομού Ημαθίας, Εκπαιδεύτρια πλέον σκύλων, Αρχισυντάκτρια του Περιοδικού «Κατοικίδια Εν Δράσει» και Δημιουργός του αγαπημένου μου παιδιού, της ομάδας Ζω.Ε.Σ! Ακλόνητη πάντα στο στόχο μου, «αθεράπευτα ρομαντική σε καιρούς σκοτεινούς με συναισθήματα νεκρά» κρατώ από το χέρι τα τρία σκυλιά μου που χτυπηθήκαμε όλοι μαζί με τον εφιάλτη της κακοποίησής τους και τον νικήσαμε, χαράζω πάντα νέους δρόμους και παλεύω για το χτίσιμο από την αρχή ενός νέου ζωοφιλικού κατεστημένου. Οι εικόνες της κόλασης που λέγεται «αδέσποτη ζωή στους δρόμους και τα κυνοκομεία της Ελλάδας» και τα ουρλιαχτά «μωρών» που πετάχτηκαν σαν σκουπίδια στοιχειώνουν τον ύπνο μου χρόνια τώρα. Δε μένω όμως εκεί. Μαζεύω τα κομμάτια μου κάθε φορά και πάω. Παραμένω σταθερή στις εξαιρέσεις, γίνομαι η αλλαγή που θέλω σε αυτόν τον κόσμο να δω και ξέρω πως τις μεγαλύτερες επαναστάσεις στην ιστορία τις ξεκίνησαν πάντα οι λίγοι που δε λύγισαν! Και γω ανήκω περήφανα σε αυτούς!

Όλες οι δημοσιεύσεις

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ